κεραμοκρύσταλλο

κεραμοκρύσταλλο
το
είδος γυαλιού που παρασκευάζεται από θραύσματα γυάλινων αντικειμένων μετά από θραύση μέσα σε θραυστήρα, τήξη σε κάμινο μέχρι 1300°C, διαμόρφωση υπό μεγάλη πίεση και βραδεία ψύξη και που χρησιμοποιείται για επίστρωση χειρουργείων, διαδρόμων, υπόγειων σταθμών κ.λπ. επειδή είναι πολύ ανθεκτικό και μπορεί να πλένεται με ισχυρά απολυμαντικά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • κέραμος — I Αρχαία δωρική πόλη της Μικράς Ασίας, στη βόρεια ακτή του Κεράτιου κόλπου. Ο Στράβων τη χαρακτηρίζει «πολίχνιον», ο Πτολεμαίος «πολίχνη» της Δωρίδας και ο Παυσανίας πατρίδα του Ολυμπιονίκη, Πολίτη. Η πόλη, που φαίνεται ότι καταστράφηκε από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”